«Βούτηξε και δεν ξαναβγήκε»: Ο τραγικός θάνατος του Έλληνα ηθοποιού
Ο αγαπημένος ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου, Χρήστος Νέγκας, έφυγε από τη ζωή στα 45 του χρόνια, αφήνοντας πίσω του μια καριέρα γεμάτη λάμψη αλλά και ένα ανεξίτηλο μυστήριο γύρω από τον θάνατό του.
Ήταν 21 Ιουνίου 1981, όταν η είδηση του θανάτου του Χρήστου Νέγκα πάγωσε τον καλλιτεχνικό κόσμο. Ο γοητευτικός ηθοποιός, ένας από τους πιο αγαπητούς ζεν πρεμιέ της δεκαετίας του ’60 και του ’70, βρέθηκε νεκρός στην παραλία της Αναβύσσου, έχοντας πνιγεί σε μια απογευματινή του βουτιά. Το άψυχο σώμα του εντόπισαν λουόμενοι, οι οποίοι έσπευσαν να το ανασύρουν από το νερό, όμως, όπως ανέφερε η εφημερίδα «Τα Νέα», «ο άτυχος Νέγκας ήταν ήδη νεκρός».
Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα της εποχής, οι γιατροί εκτίμησαν πως ο ηθοποιός υπέστη καρδιακή προσβολή ενώ κολυμπούσε, γεγονός που οδήγησε στον πνιγμό του. Το τραγικό νέο σκόρπισε θλίψη σε φίλους, συνεργάτες και θαυμαστές, καθώς ο Νέγκας ήταν ένας από τους πιο δραστήριους και αγαπητούς ανθρώπους του θεάτρου.
Η κηδεία του τελέστηκε στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών, με πλήθος καλλιτεχνών να αποχαιρετούν έναν ηθοποιό που είχε αφήσει το δικό του αποτύπωμα στη χρυσή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου. Ήταν παντρεμένος και πατέρας μιας κόρης, της γνωστής σήμερα ραδιοφωνικής παραγωγού Αθηναΐδας Νέγκα, η οποία τότε ήταν μόλις έξι ετών.
Χρόνια αργότερα, η Αθηναΐς μίλησε με συγκίνηση για την απώλεια του πατέρα της, λέγοντας: «έχασα τον πατέρα μου όταν ήμουν έξι. Πλέον η απώλειά του για μένα είναι ντε φάκτο και έχω συνηθίσει την ιδέα πως μεγάλωσα χωρίς της παρουσία του. Δεν ξέρω πως θα ήμουν αν υπήρχε στη ζωή μου, σίγουρα πάντως δεν θα ήμουν τόσο ανεξάρτητη. Όλα τα ορφανά έχουμε μια πολύ δική μας αίσθηση ανεξαρτησίας».
Ο Χρήστος Νέγκας γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1936 και σπούδασε στις σχολές Θεάτρου Τέχνης και Κωστή Μιχαηλίδη. Η πορεία του στον χώρο της τέχνης ξεκίνησε δυναμικά το 1960, με την ταινία «Το αγρίμι» του Κώστα Καραγιάννη, και γρήγορα έγινε γνωστός για το ταλέντο του, τη φωνή του και τη χαρακτηριστική του παρουσία στη σκηνή.
Ένα χρόνο μετά, συμμετείχε στο θρυλικό θεατρικό έργο «Τα κόκκινα φανάρια», που μεταφέρθηκε και στον κινηματογράφο, ενώ συνολικά έπαιξε σε περίπου 40 ταινίες, κυρίως δραματικού χαρακτήρα. Η έντονη, μελαγχολική του φυσιογνωμία τον ανέδειξε σε έναν από τους πιο γοητευτικούς ζεν πρεμιέ της γενιάς του.
Παράλληλα, δοκίμασε και πιο ανάλαφρους ρόλους, όπως στο δημοφιλές μιούζικαλ του Γιάννη Δαλιανίδη «Κάτι να καίει», όπου τραγουδούσε το αξέχαστο «Φσσσσστ Μπόινγκ», δίπλα στον Κώστα Βουτσά. Η σκηνική του παρουσία και η ευγένεια του χαρακτήρα του τον καθιέρωσαν ως έναν άνθρωπο ιδιαίτερα αγαπητό, τόσο στο κοινό όσο και στους συναδέλφους του.
Δυο χρόνια πριν από τον θάνατό του, είχε κάνει την τελευταία του θεατρική εμφάνιση στο έργο «Σταυροφορία», ενώ ταυτόχρονα είχε εκλεγεί στο Διοικητικό Συμβούλιο του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών. Εργαζόταν ακούραστα και είχε ανοίξει διαφημιστικό γραφείο, συνδυάζοντας τη δημιουργικότητα με το επιχειρηματικό πνεύμα.
Δυστυχώς, η καρδιά του τον πρόδωσε νωρίς, βυθίζοντας στο πένθος τον καλλιτεχνικό χώρο. Οι συμπατριώτες του στη Ζάκυνθο, σε ένδειξη τιμής, έδωσαν το όνομά του στον δημοτικό κινηματογράφο του νησιού, ώστε η μνήμη του να παραμείνει ζωντανή μέσα από την τέχνη που τόσο αγάπησε.
Ακολούθησε το Postnow.gr στο Facebook για όλες τις τελευταίες ειδήσεις