Ελαιόλαδο: Πόσο πωλείται στα σούπερ μάρκετ
Οι τιμές του ελαιολάδου στα σούπερ μάρκετ κυμαίνονται από 6,40 έως 8,50 ευρώ το λίτρο, ενώ συγκεκριμένες ενδείξεις στην ετικέτα αποκαλύπτουν την ποιότητα.
Οι τιμές του ελαιολάδου στα σούπερ μάρκετ παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές, με το ένα λίτρο να ξεκινά από τα 6,40 ευρώ για βασικές επιλογές και να φτάνει έως τα 8,50 ευρώ για πιο γνωστές μάρκες εξαιρετικού παρθένου. Η Ισπανία εξακολουθεί να επηρεάζει την ευρωπαϊκή αγορά, ενώ τα πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν ότι ο πληθωρισμός του Οκτωβρίου κατέγραψε μείωση στις τιμές του ελαιολάδου.
Το ελαιόλαδο, συχνά αποκαλούμενο «υγρός χρυσός», θεωρείται πολύτιμο για την υγεία χάρη στις πλούσιες ευεργετικές του ιδιότητες. Καθώς αποτελεί θεμέλιο της ελληνικής κουζίνας, η ποιότητά του επηρεάζει άμεσα τη γεύση και τη διατροφική αξία των περισσότερων καθημερινών φαγητών. Η επιλογή του σωστού τύπου ελαιολάδου είναι, επομένως, καθοριστική.
Η φετινή συγκομιδή ξεκίνησε με σαφώς χαμηλότερες τιμές παραγωγού, καθώς το ελληνικό έξτρα παρθένο λάδι είχε αρχικές τιμές κάτω από τα πέντε ευρώ το λίτρο. Τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των συνεταιρισμών δείχνουν ότι η παραγωγή κινείται στην περιοχή των 4 έως 5 ευρώ το λίτρο, ανάλογα με την ποιότητα και τις συνθήκες της κάθε περιοχής.
Σε σύγκριση με τις προηγούμενες χρονιές, η αλλαγή είναι αισθητή. Το έξτρα παρθένο ελληνικό ελαιόλαδο ξεκινούσε το 2024 από τα 677,5 ευρώ τα 100 κιλά, ενώ το 2023 έφτανε τα 788,5 ευρώ, με αποτέλεσμα φέτος η τιμή παραγωγού να είναι μειωμένη κατά 37% και 46% αντίστοιχα. Παράλληλα, οι τρέχουσες τιμές βρίσκονται περίπου 10% χαμηλότερα από τον μέσο όρο της τελευταίας πενταετίας.
Η επιλογή ενός καλού ελαιολάδου απαιτεί προσοχή, καθώς η κατηγορία και η οξύτητα είναι οι δύο βασικές ενδείξεις που καθορίζουν την ποιότητά του. Το εξαιρετικό παρθένο λάδι έχει οξύτητα έως 0,8% και περνάει υποχρεωτικά από οργανοληπτικό έλεγχο χωρίς ελαττώματα, ενώ το παρθένο λάδι μπορεί να φτάσει οξύτητα έως 2% με μικρές επιτρεπτές ατέλειες.
Το λάδι τύπου Λαμπάντε, το οποίο ξεπερνά σε οξύτητα το 2%, δεν είναι κατάλληλο για κατανάλωση πριν από ραφινάρισμα και αποτελεί ένδειξη χαμηλής ποιότητας. Η οξύτητα δεν γίνεται αντιληπτή στη γεύση, όμως αποτελεί σημαντικό χημικό δείκτη για την κατάσταση του καρπού και τη διαδικασία παραγωγής, επιτρέποντας στον καταναλωτή να καταλάβει την πραγματική ποιότητα.
Στην ετικέτα κάθε συσκευασίας πρέπει, σύμφωνα με τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς, να αναγράφονται η κατηγορία του προϊόντος, η χώρα προέλευσης, ο παραγωγός ή εμφιαλωτής και η ένδειξη «ανάλωση κατά προτίμηση πριν από». Όροι όπως «φρουτώδες», «πικρό» ή «πικάντικο» επιτρέπονται μόνο όταν έχει προηγηθεί έγκριση από επίσημο πάνελ δοκιμαστών.
Για όσους επιδιώκουν υψηλή ποιότητα, αξίζει να αναζητούνται σήματα ΠΟΠ ή ΠΓΕ που εξασφαλίζουν αυθεντικότητα και γεωγραφική ταυτότητα. Η ημερομηνία συγκομιδής, όταν υπάρχει, είναι επίσης καθοριστική καθώς υποδεικνύει το πόσο φρέσκο είναι το λάδι, κάτι πολύ σημαντικό ιδιαίτερα όταν προορίζεται για ωμή χρήση όπως σε σαλάτες.
Η σωστή συσκευασία προστατεύει τον «υγρό χρυσό» από το φως και τη θερμότητα, δύο παράγοντες που καταστρέφουν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του. Το σκούρο γυαλί αποτελεί ιδανική επιλογή για ποσότητες έως ενός λίτρου, ενώ τα τενεκεδάκια προσφέρουν πλήρη προστασία για μεγαλύτερες ποσότητες, αρκεί το προϊόν να μεταγγιστεί μετά το άνοιγμα σε μικρότερο μπουκάλι.
Οι ειδικοί συμβουλεύουν να αγοράζονται ποσότητες που μπορούν να καταναλωθούν μέσα σε δύο με τρεις μήνες, ώστε το ελαιόλαδο να διατηρήσει φρεσκάδα, άρωμα και διατροφική αξία. Με σωστή επιλογή και αποθήκευση, οι καταναλωτές μπορούν να απολαύσουν σταθερά υψηλή ποιότητα σε καθημερινή βάση.
Ακολούθησε το Postnow.gr στο Facebook για όλες τις τελευταίες ειδήσεις